Τα σχέδια για επέκταση στις συνδυασμένες μεταφορές, το ενδιαφέρον για δραστηριοποίηση στις γειτονικές χώρες της ΝΑ. Ευρώπης και οι επαφές στη Βουλγαρία.
Με… αναμμένες τις μηχανές η SARMED, εκ των μεγαλύτερων εγχώριων εταιρειών του κλάδου εφοδιαστικής αλυσίδας και logistics και με πολυετή παρουσία, παρακολουθεί στενά τις διεθνείς και κυρίως τις εγχώριες οικονομικές εξελίξεις, προκειμένου να υλοποιήσει τα σημαντικά και φιλόδοξα σχέδιά της. Η ανάπτυξη νέων συνεργασιών εντός και εκτός συνόρων, η έμφαση στις συνδυασμένες μεταφορές και η εξέλιξή της σε αξιόπιστο one-stop-shop πάροχο υπηρεσιών logistics καταλαμβάνουν περίοπτη θέση στο αναπτυξιακό πλάνο της. Ήδη, τα πρώτα βήματα έχουν γίνει και το έδαφος έχει στρωθεί.
Ωστόσο, η δυστοκία της ελληνικής οικονομίας τα τελευταία χρόνια της βαθιάς κρίσης, που έπληξε σημαντικά και τον τομέα των logistics, αν μη τι άλλο φρενάρει τα επενδυτικά σχέδια των επιχειρήσεων του κλάδου. Είμαστε σε εγρήγορση, αλλά και ανήσυχοι, λέει χαρακτηριστικά ο κ. Ιωάννης Σαραντίτης, αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας. Σε εγρήγορση με την έννοια ότι «δεν εφησυχάζουμε και αναζητούμε πάντα ευκαιρίες βελτίωσης και ανάπτυξης» και ανήσυχοι «γιατί δεν μπορούμε με βεβαιότητα να είμαστε αισιόδοξοι για θετικές εξελίξεις στο πεδίο της οικονομίας στην Ελλάδα, αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Τα πλάνα και οι στόχοι μας βλέπουμε συνεχώς να ανατρέπονται».
Έντονο το σημάδι της κρίσης
Η πολυετής και μεγάλη ύφεση επέφερε σημαντικό πλήγμα και στην αγορά των logistics, περισσότερο από 30% σωρευτικά κατά τα χρόνια της κρίσης. Η γενική εικόνα, εξηγεί ο κ. Σαραντίτης, είναι οι εταιρείες του κλάδου, σαφώς επηρεασμένες από τη σταδιακά αυξανόμενη κάμψη της κατανάλωσης και του εμπορίου στην Ελλάδα, καθώς και των αντίξοων συνθηκών υπό τις οποίες διενεργείται το επιχειρείν στη χώρα, να αντιμετωπίζουν φαινόμενα συρρίκνωσης σε κάθε επίπεδο.
«Αναπόφευκτα συντελείται και στον κλάδο μας συγκέντρωση και ζυμώσεις με αποτέλεσμα οι μικρότεροι και πιο αδύναμοι να συρρικνώνονται και οι μεγαλύτεροι… επίσης! Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις (ευτυχώς η SARMED ανήκει σ’ αυτές) όπου παρατηρούμε διατήρηση δυνάμεων ή και αύξηση μεγεθών. Τα μεγαλύτερα συνήθη προβλήματα είναι: περιορισμός του κύκλου εργασιών, εμφάνιση ή διεύρυνση ζημιών, ταμειακή ασφυξία, έκρηξη επισφαλειών, κακής ποιότητας χαρτοφυλάκια πελατών και άλλα, δευτερεύουσας σημασίας».
Ωστόσο, ο ίδιος αποφεύγει να δώσει συγκεκριμένα επιμέρους ποσοστά, αριθμητικούς δείκτες και στατιστικά, λέγοντας –και θέτοντας ενδιαφέροντα προβληματισμό: «Τα νούμερα διαμορφώνονται βασιζόμενα σε παραδοχές και παραμέτρους και επίσης διαβάζονται με διάφορους τρόπους. Ειδικά στην περίπτωση των logistics, δεδομένου του πλήθους των υπηρεσιών της εφοδιαστικής αλυσίδας και της μεταξύ τους επικάλυψης, καθώς και της εξειδίκευσης εταιρειών του κλάδου σε επιμέρους αντικείμενα, επιτρέψτε μου να πω ότι οι στατιστικές και οι δείκτες μπορεί να ενέχουν αποκλίσεις και τα αποτελέσματα να μην είναι απολύτως συγκρίσιμα».
Εξειδικεύοντας στα οικονομικά μεγέθη και στην πορεία της SARMED, ο κ. Σαραντίτης επισημαίνει ότι οι πιέσεις και η αβεβαιότητα είναι έντονες και τα δύο τελευταία έτη, με την επιβολή των capital controls να προκαλεί -έστω για περιορισμένο χρονικό διάστημα- επικίνδυνη αναστάτωση στην αγορά.
«Το 2015 και το 2016 αποδεικνύονται χρονιές με ισχυρούς κλυδωνισμούς που μας έβγαλαν εκτός στόχων», σημειώνει ο αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας. «Το 2015 έκλεισε με άνοδο του κύκλου εργασιών κατά 4% (ενώ οι προβλέψεις ήταν σαφώς υψηλότερες) λόγω των περιπετειωδών εξελίξεων, με αποκορύφωμα τον περιορισμό στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls)». Ωστόσο, οι ενδείξεις για φέτος είναι θετικές, παρότι αρνητικές εξελίξεις-σοκ στην αγορά -όπως αυτή του Μαρινόπουλου- είχαν μεγάλες επιπτώσεις και στην αγορά των logistics, απόδειξη των πολλών παραγόντων που επηρεάζουν τον κλάδο, ως κρίκου της αλυσίδας της οικονομίας.
«Φέτος οι πωλήσεις μέχρι και τον Ιούλιο κινούνται ελαφρά ανοδικά, περίπου 2% σε σχέση με το 2015, παρότι σταδιακά περιορίσαμε έως ότου διακόψαμε τη συνεργασία μας με τον όμιλο Μαρινόπουλου (τροφοδοσία του δικτύου της αλυσίδας για την Αττική, τη Θεσσαλονίκη και τους όμορους νομούς τους) πριν κιόλας εκπνεύσει το πρώτο εξάμηνο. Ευτυχώς για εμάς, οι αναταράξεις είναι ελεγχόμενες. Η τάση όμως για το υπόλοιπο του έτους είναι ανοδική, ώστε να αναμένουμε να κλείσουμε με συνολική άνοδο της τάξης του 5% στα συγκρίσιμα. Παρ’ όλα αυτά πρέπει να σημειώσουμε ότι συνεχίζεται η ασφυκτική πίεση στα περιθώρια κέρδους και γι’ αυτό τα καθαρά κέρδη μας βαίνουν μειούμενα, εξέλιξη η οποία οφείλεται και σε άλλους δύο βασικούς λόγους: την εξαντλητική φορολογία επί εταιρικών κερδών και επί ακινήτων (η μεγάλη ακίνητη περιουσία για εμάς έχει πλέον εξελιχθεί από asset σε liability) και τις διαρκείς επενδύσεις για να υποστηρίξουμε το αναπτυξιακό μας πλάνο».
Η γεωστρατηγική θέση δεν αρκεί…
Ακριβώς τα προσκόμματα που οφείλονται σε διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, σε συνδυασμό με την αστάθεια και την αβεβαιότητα στο εσωτερικό, αλλά και διεθνώς, κάνουν τον κ. Σαραντίτη να εκφράζει συγκρατημένη αισιοδοξία για το μέλλον και τις προοπτικές του κλάδου, θέτοντας όρους και προϋποθέσεις. «Τα περιθώρια ανάπτυξης είναι πολλά, αλλά με αστερίσκους και στο απώτερο μέλλον», σημειώνει με νόημα.
Ρεαλιστής και πραγματιστής, ο κ. Σαραντίτης τονίζει ότι το συγκριτικό πλεονέκτημα που εξασφαλίζει στην Ελλάδα η γεωστρατηγική θέση της δεν αρκεί. Χρειάζονται σοβαρές μεταρρυθμίσεις σε πολλούς τομείς προκειμένου η οικονομία να ανασάνει και κατ’ επέκταση και ο κλάδος των logistics να ανακάμψει και να αναπτυχθεί.
Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει, «Όσο το οικονομικό κλίμα στη χώρα μας παραμένει αυτό που είναι (και κάθε νοήμων άνθρωπος θα συμφωνεί υποθέτω ότι αναμένεται να επιδεινωθεί περαιτέρω, τουλάχιστον μεσοπρόθεσμα), κάθε πιθανότητα ανάκαμψης είναι εκτός συζήτησης. Η γεωστρατηγική θέση από μόνη της δεν θα μας σώσει… Ούτε ο θεός της Ελλάδας. Μόνοι μας βγάλαμε τα μάτια μας, από τις λάθος επιλογές μας. Εάν και εφόσον επιστρέψουμε στον δρόμο της αρετής (ξέρουμε πολύ καλά ποιος είναι αυτός -ιδιωτικοποιήσεις, εξορθολογισμός φορολογικού συστήματος, συρρίκνωση δημοσίου τομέα, εξωστρέφεια, υιοθέτηση βέλτιστων διεθνών πρακτικών κ.λπ.), μόνο τότε το κλίμα εμπιστοσύνης που θα δημιουργηθεί είναι ικανό να αντιστρέψει την τάση και να αρχίσουμε να βλέπουμε άσπρη μέρα, με την επανάκαμψη του εμπορίου, των υπηρεσιών και την προσέλκυση ξανά διεθνών σοβαρών και μακροπρόθεσμων επενδυτών. Μέχρι τότε, πάνω απ’ τη χώρα θα πετάνε μόνο κοράκια».
Αναγκαία η μείωση του κόστους
Τη σταθερότητα και την απλοποίηση του φορολογικού πλαισίου με ταυτόχρονο εξορθολογισμό των συντελεστών φορολόγησης και τις στοχευμένες κινήσεις για τη μείωση του κόστους λειτουργίας, τονίζει ο κ. Σαραντίτης ως ικανές και αναγκαίες συνθήκες για την ενίσχυση και ανάπτυξη του κλάδου των logistics και συνολικά του επιχειρείν στη χώρα, μέσα από σοβαρές και αξιόπιστες εγχώριες και ξένες εταιρείες.
Σε μια τέτοια λογική, για παράδειγμα, η απαγόρευση της διέλευσης των φορτηγών οχημάτων από το παράλληλο εθνικό δίκτυο -απόφαση σωστή, που όμως επηρεάζει σημαντικά το κόστος για τις εταιρείες οδικών μεταφορών (τομέας στον οποίο η SARMED δραστηριοποιείται)- θα έπρεπε να συνδυαστεί με μείωση των διοδίων. Διαφορετικά θα «είναι ένα φαινόμενο αντίστοιχο με αυτό της υπερφορολόγησης που επιδεινώνει την φοροαποφυγή», όπως εύλογα λέει ο κ. Σαραντίτης.
Αναγνωρίζοντας τη λογική της απόφασης, ο αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της SARMED επισημαίνει: «Σαφώς και υφίσταται ζήτημα ασφάλειας, καθώς η παράκαμψη των σταθμών γίνεται συνήθως από πλευρικές οδούς που ελάχιστα πληρούν τις προϋποθέσεις ασφαλούς μετακίνησης, πόσο μάλλον για να αντέξουν όγκο κίνησης μεγαλύτερο σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και από αυτόν των κύριων αξόνων. Έχουμε οδηγηθεί πλέον σε φαινόμενα τύπου Τουρκίας, όπου οι σύγχρονοι αυτοκινητόδρομοι εξυπηρετούν όγκους μικρότερους από αυτούς των επαρχιακών οδών».
Ωστόσο, η επιβάρυνση για τις εταιρείες οδικών μεταφορών είναι σημαντική και η πιθανότητα αύξησης των τιμών, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανταγωνιστικότητά τους είναι μεγάλη. Όπως εξηγεί ο κ. Σαραντίτης, «Στον βασικό εθνικό άξονα Αθήνα – Θεσσαλονίκη, που σηκώνει και το μεγαλύτερο βάρος του μεταφορικού έργου, το κόστος των διοδίων αφορά περίπου το 20%-25% του κόστους ενός οχήματος. Η μεγάλη πίεση που έχει ασκηθεί για μείωση του μεταφορικού κόστους έχει οδηγήσει πλέον στην de facto παράκαμψη (όπου είναι αυτό εφικτό) των σταθμών διοδίων και η όποια εξοικονόμηση έχει μεταφερθεί και στα τιμολόγια των τελικών πελατών, πράγμα που καθιστά την πιθανότητα σταδιακής αύξησης των τιμολογίων βέβαιη, αύξηση σημαντική που μπορεί να φτάσει μέχρι και το τελικό προϊόν, αφού το περιθώριο απορρόφησής της στο συγκεκριμένο κύκλωμα είναι σχεδόν ανύπαρκτο».
Και αυτό τη στιγμή που σε ανταγωνιστικές γειτονικές χώρες, «που αποτελούν πλέον εναλλακτική διαδρομή (Βουλγαρία, Ρουμανία) για οδικά φορτία που προέρχονται από την Ασία (Τουρκία, Ιράν κ.λπ.) με προορισμό την Κεντρική Ευρώπη, το καθεστώς των διοδίων είναι σαφώς μικρότερο σε σχέση με το αντίστοιχο στη χώρας μας. Ενδεικτικά, η διέλευση από Βουλγαρία και Ρουμανία προϋποθέτει την έκδοση Vignette της οποίας το κόστος για μία ημέρα ανέρχεται σε 11 ευρώ!», σημειώνει.
Σε μια οικονομία λοιπόν που διψά για έσοδα και ανάπτυξη εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι αυτό που θα έπρεπε να εξεταστεί, σύμφωνα με τον ίδιο, «είναι η μείωση του κόστους των διοδίων δημιουργώντας έτσι κίνητρο στα φορτηγά να επιστρέψουν στις εθνικές οδούς».
Χρειάζεται και αλλαγή νοοτροπίας
Σημαντική για την ανάπτυξη του κλάδου κρίνεται βέβαια και η αλλαγή νοοτροπίας των ελληνικών εν δυνάμει πελατών επιχειρήσεων, και δη των παλαιών, παραδοσιακών, που αποτελούν και την πλειονότητα.
Άλλωστε, με την κρίση να επιβάλλει επανεξέταση του κόστους σε κάθε στάδιο παραγωγής, τον ανταγωνισμό να πιέζει και την εξέλιξη της τεχνολογίας να είναι ραγδαία, το πρώτο βήμα έχει γίνει, με την έννοια ότι φαίνεται να έχουν πειστεί για την αναγκαιότητα και τα οφέλη που μπορεί να αποφέρει η συνεργασία με εξειδικευμένη εταιρεία εφοδιαστικής αλυσίδας. Ωστόσο, «φαίνεται ότι και αυτό δεν είναι αρκετό», επισημαίνει ο κ. Σαραντίτης, προσθέτοντας χαρακτηριστικά: «Ο παραδοσιακός Έλληνας επιχειρηματίας διαθέτει… αξιοθαύμαστες αντιστάσεις. Ακόμη και σήμερα, με τους πολύ χαμηλούς όγκους (που κατ’ εξοχήν δεν τους συμφέρει να τους διαχειρίζονται μόνοι τους), δεν φαίνεται να έχουν πειστεί ολοκληρωτικά».
Το γεγονός αυτό το αποδίδει αφενός σε ελλιπείς οικονομικές αναλύσεις από τις ίδιες τις εταιρείες, αλλά -δίκαιος και κριτικός με τον κλάδο του- και σε αδυναμίες των ίδιων των εταιρειών παροχής υπηρεσιών logistics. «Έχω την αίσθηση ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις πέφτουν στην εξής παγίδα: έχουν την εντύπωση ότι τώρα που τα κόστη έχουν συμπιεστεί (π.χ. μισθώματα, εργατικά και μεταφορικά κόστη κ.λπ.), μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την κατάσταση. Σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αρκετές εταιρείες του κλάδου μας αντιμετωπίζουν προβλήματα εξυπηρέτησης ή ακόμη και εύρυθμης λειτουργίας, είναι λογικό να μη δημιουργείται ακόμη η απαιτούμενη εμπιστοσύνη ώστε να πάρουν τη μεγάλη απόφαση». «Πάντως», τονίζει ο κ. Σαραντίτης, «το (απώτερο) μέλλον ανήκει στις εταιρείες 3PL. Όσες μείνουν όρθιες βέβαια…».
Ο ανταγωνισμός
Και πόσο έτοιμες είναι γι’ αυτό το μέλλον οι ελληνικές εταιρείες του κλάδου; Μπορούν να αντέξουν τον ανταγωνισμό από τους ξένους συναδέλφους τους; «Τολμώ να πω ότι οι σοβαρές εταιρείες του κλάδου δεν έχουν τίποτε να ζηλέψουν από τις αντίστοιχες ξένες, ακόμη και τις πολυεθνικές. Έχουν υιοθετήσει πολλές τεχνολογικές εξελίξεις και μοντέρνες πρακτικές και διαδικασίες. Χαρακτηρίζονται από ευελιξία και βαθιά γνώση των ιδιαιτεροτήτων της ελληνικής αγοράς. Έχουν δε αναπτύξει αξιοσημείωτες αντιστάσεις και ικανότητες προσαρμογής», λέει ο κ. Σαραντίτης, διαλύοντας το μύθο των «αήττητων ξένων κολοσσών» που μπορούν να σαρώσουν την αγορά.
Εστιάζοντας μάλιστα στις δομικές δυσκαμψίες που αντιμετωπίζουν οι ξένες εταιρείες, κυρίως λόγω μεγέθους, ο αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος της SARMED τονίζει ότι πιο απειλητικές είναι οι ελληνικές επιχειρήσεις. «Θα σας έλεγα ότι, κρίνοντας εξ ιδίων, δεν νιώθω ότι υπάρχει μεγαλύτερος ανταγωνισμός από τις ξένες εταιρείες (οι οποίες πέρα από τα προφανή πλεονεκτήματα της τεχνογνωσίας και των διεθνών συμβολαίων, παρουσιάζουν σχετική δυσκαμψία λόγω των δομών, των γραφειοκρατικών διαδικασιών και των εποπτευουσών διοικήσεων των μητρικών), αλλά από τις ελληνικές. Είτε τις σοβαρές, που διεκδικούν με αξιώσεις σε συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού τα μεγάλα έργα που παρουσιάζονται στην ελληνική αγορά, είτε τις μη σοβαρές, που κανιβαλίζουν την αγορά και δημιουργούν στρεβλώσεις».
Τα όπλα της εταιρείας
«Την ισχυρή κεφαλαιακή διάρθρωση του ομίλου και τον μηδενικό δανεισμό, που τον καθιστά σταθερό και βιώσιμο ακόμη και αν συνεχιστεί ή επιδεινωθεί το οικονομικό κλίμα, το κοινό όραμα της νέας γενιάς διοίκησης και την ισχυρή δέσμευση να επιτύχουν τους αναπτυξιακούς στόχους», απαριθμεί ο κ. Σαραντίτης ως τα βασικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της SARMED, που, σε συνδυασμό με την ανθεκτικότητα που της εξασφαλίζει η δραστηριοποίηση σε μεγάλη γκάμα υπηρεσιών, της επιτρέπουν να ατενίζει με αισιοδοξία το μέλλον. Ισχυρή απόδειξη «η πορεία των τριών τελευταίων ετών, όπου έχει σχεδόν διπλασιαστεί ο κύκλος εργασιών εν μέσω της διαρκώς επιδεινούμενης ύφεσης και έχει διπλασιαστεί το έμψυχο δυναμικό της εταιρείας».
Στη σημερινή του μορφή, ο όμιλος της SARMED «επιχειρεί είτε μέσω της μητρικής είτε μέσω των συγγενών εταιρειών σε τέσσερις βασικές δραστηριότητες: καθετοποιημένες υπηρεσίες εφοδιαστικής αλυσίδας (3rd party contract logistics, περίπου 5,5% μερίδιο αγοράς), ολοκληρωμένες υπηρεσίες διαχείρισης καινούργιων, αλλά και μεταχειρισμένων οχημάτων (vehicle logistics – fleet management, περίπου 50% μερίδιο αγοράς), εκτελωνιστικές υπηρεσίες (από τα παλαιότερα και οπωσδήποτε το μεγαλύτερο γραφείο στην Ελλάδα σήμερα) και ανάπτυξη αποθηκευτικών συγκροτημάτων (real estate – warehouse development)», εξηγεί ο κ. Σαραντίτης.
Οι προϊοντικές κατηγορίες, συνεχίζει, «όπου έχουμε εστιάσει μέχρι σήμερα είναι τα τρόφιμα (ξηρό φορτίο και κάθε είδους ελεγχόμενη θερμοκρασία έως και βαθιά κατάψυξη), ποτά (απλά αλλά και αλκοολούχα σε φορολογικές αποθήκες), καταναλωτικά αγαθά (FMCG) και αλυσίδες λιανικής, λευκές και μαύρες συσκευές, βιομηχανικά είδη, ιατροτεχνολογικά, φαρμακευτικά & καλλυντικά και φυσικά οχήματα (δίτροχα και τετράτροχα)».
Έμφαση στις συνδυασμένες μεταφορές
Ένας τομέας στον οποίο η εταιρεία δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα είναι και αυτός των συνδυασμένων μεταφορών. «Είναι ένας τομέας που θεωρούμε κρίσιμο και γι’ αυτό επενδύσαμε με όλες τις έννοιες σε αυτήν την κατεύθυνση. Όμως, οι γνωστές εξελίξεις στην ΤΡΑΙΝΟΣΕ σχεδόν το τελευταίο 12μηνο ανέκοψαν την ιδιαίτερη δυναμική και έφεραν πολύ πίσω αυτήν τη συνεργασία. Ευελπιστούμε ότι οι νέοι ιδιοκτήτες θα υλοποιήσουν το πλάνο ορθολογικοποίησης και εκσυγχρονισμού σε υποδομές και έμψυχο δυναμικό, καθώς και ότι θα ολοκληρώσουν την πολυπόθητη ηλεκτροκίνηση του δικτύου, ώστε η ΤΡΑΙΝΟΣΕ να έχει το μοντέλο λειτουργίας και τις δυνατότητες που της αξίζουν. Με αυτές τις προϋποθέσεις η συνεργασία θα επιταχυνθεί εκ νέου, ώστε να ωφεληθούν όλοι και περισσότερο οι πελάτες – εμπορικές επιχειρήσεις στους οποίους θα μετακυληθούν τα οφέλη από τις συνδυασμένες μεταφορές (ταχύτητα, ακρίβεια, συχνότητα, χαμηλότερες χρεώσεις)», επισημαίνει ο κ. Σαραντίτης.
Στους στόχους, μάλιστα, είναι και οι θαλάσσιες μεταφορές. «Παραμένουμε εστιασμένοι στον σιδηρόδρομο, όπου διαβλέπουμε μεγάλη προστιθέμενη αξία, και μεσοπρόθεσμα στη θαλάσσια μεταφορά, που είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τη διακίνηση μεγάλων όγκων».
Τα σχέδια για το μέλλον
Και τα σχέδια της εταιρείας δεν σταματούν εδώ, αν και λόγω της οικονομικής συγκυρίας δείχνει εγκράτεια και σωφροσύνη σε ό,τι αφορά την ταχύτητα υλοποίησής τους. Όπως χαρακτηριστικά λέει ο κ. Σαραντίτης, «Προς το παρόν έχουμε αφήσει το πόδι απ’ το γκάζι και επικεντρωνόμαστε περισσότερο στη βελτίωση των εσωτερικών διαδικασιών, στην αναβάθμιση του συστήματος ποιότητας και ελέγχου και στη βελτίωση της παραγωγικότητας. Βλέπετε, η γρήγορη ανάπτυξη εν μέσω διαρκώς επιδεινούμενου κλίματος επέφερε αύξηση στα μεγέθη αλλά αναπόφευκτα πτώση στην αποδοτικότητα και στο καθαρό αποτέλεσμα».
Ωστόσο, τα πλάνα για το μέλλον είναι έτοιμα, περιμένοντας το τελικό πράσινο φως. Βασικός στόχος της SARMED, που ήδη παρέχει ευρεία γκάμα υπηρεσιών, είναι ο εμπλουτισμός τους και η εξέλιξή της σε έναν αξιόπιστο one-stop-shop πάροχο υπηρεσιών logistics. «Ο ρόλος των 3PL εταιρειών γίνεται ολοένα και πιο σύνθετος και η τάση είναι προς αυτήν την κατεύθυνση. Η διεθνής τάση είναι ο πάροχος υπηρεσιών logistics να παρέχει από παραγγελιοληψία μέχρι merchandising. Στόχος μας είναι να υιοθετούμε τις διεθνείς τάσεις (όταν αυτές ωριμάζουν στην ελληνική αγορά και είναι εφαρμόσιμες) και να εξελιχθούμε σε έναν αξιόπιστο one-stop-shop πάροχο υπηρεσιών logistics», εξηγεί ο κ. Σαραντίτης.
«Η ανάπτυξη νέων συνεργασιών», προσθέτει, «αποτελεί διαρκές ζητούμενο, όμως δεν βιαζόμαστε όσο πριν από 2-3 χρόνια, καθώς το τοπίο είναι θολό και αναμένουμε να διαμορφωθεί σαφής τάση για να επιταχύνουμε κι εμείς. Σήμερα έχουμε αναπτύξει συνεργασίες στην Ελλάδα με διεθνείς forwarders και το επόμενο βήμα είναι να αναπτύξουμε συνεργασίες εκτός Ελλάδας. Ήδη, από πέρυσι έχουμε υπογράψει ένα Joint Venture Agreement με σαουδαραβικό επιχειρηματικό όμιλο με σκοπό την παροχή καθετοποιημένων υπηρεσιών logistics, ξεκινώντας από την Τζέντα, το εμπορικό λιμάνι της χώρας, και μετά από μακρά καθυστέρηση από τις τοπικές αρχές (η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει τα πρωτεία στις γραφειοκρατικές καθυστερήσεις) αναμένουμε την έγκριση ώστε να ξεκινήσουμε τη δραστηριοποίηση. Σε δεύτερο χρόνο, έχουμε ενδιαφέρον για δραστηριοποίηση στις γειτονικές χώρες της ΝΑ. Ευρώπης, πάντα με το μοντέλο των συνεργατικών σχημάτων. Ήδη έχουμε ξεκινήσει επαφές στη Βουλγαρία».